καταπάλλομαι

καταπάλλομαι
καταπάλλομαι (AM)
μσν.
(για την καρδιά) έχω ισχυρό παλμό
αρχ.
πηδώ με ορμή προς τα κάτω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)-* + πάλλομαι Με την αρχ. σημ. καταπάλλομαι αντί κατ-εφ-άλλομαι < κατ(α)- + ἐπί + ἄλλομαι «πηδώ» με αφομοίωση τού -ε- σε -α- και ψίλωση, πιθ. κατ' επίδραση τού πάλλομαι (πρβλ. και καταπάλμενος αντί *κατ-εφ-αλμένος)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • καταπάλλειν — καταπάλλομαι dart down pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταπάλλεται — καταπάλλομαι dart down pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεπήλατο — καταπάλλομαι dart down aor ind mid 3rd sg κατεφάλλομαι leap down against aor ind mid 3rd sg (ionic) κατεφάλλομαι leap down against aor ind mid 3rd sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατάπηλα — καταπάλλομαι dart down aor ind act 1st sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατέπαλτο — καταπάλλομαι dart down aor ind mid 3rd sg κατέπᾱλτο , κατεφάλλομαι leap down against aor ind mid 3rd sg (homeric doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταπαλαίσας — καταπᾱλαίσᾱς , καταπάλλομαι dart down aor part act fem acc pl (doric aeolic) καταπᾱλαίσᾱς , καταπάλλομαι dart down aor part act fem gen sg (doric aeolic) καταπαλαίσᾱς , καταπαλαίω throw in wrestling aor part act masc nom/voc sg (attic epic… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταπαλτός — καταπαλτός, ή, όν (Α) [καταπάλλομαι] αυτός που εκτινάχθηκε, που εκσφενδονίστηκε με καταπέλτη …   Dictionary of Greek

  • καταπάλαισιν — καταπά̱λαισιν , καταπάλλομαι dart down aor part act masc/neut dat pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐγκατέπαλτο — ἐν καταπάλλομαι dart down aor ind mid 3rd sg ἐγκατέπᾱλτο , ἐν κατεφάλλομαι leap down against aor ind mid 3rd sg (homeric doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”